Το επίθετο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
αάατος - ος - ον προκύπτει ετυμολογικά
από το στερητικό α και το ρήμα αάω (α + αάω).
Στη νεοελληνική γλώσσα έχει την έννοια
αυτού που δεν μπορεί να βλαφτεί...ο άβλαπτος,
ο αλώβητος, ή και ο αχτύπητος ή ο απαραβίαστος..
Το ρήμα αάαω (=χτυπώ, βλάπτω) μελλ: αάσω αορ: άασα - Μεσ: αάομαι μελλ: αάσομαι αορ: αασάμην ή ασάμην παθ.μελ: αασθήσομαι παθ.αορ: αάσθην, είναι ελλιπές και δεν έχει παρακείμενο και υπερσυντέλικο. Το συναντάμε στην Οδύσσεια του Ομήρου Φ. 296
295 οίνος και Κένταυρον, αγακλυτόν Ευρυτίωνα
296 άασένί μεγάρω μεγαθύμου Πειθόριο
αάατος - ος - ον προκύπτει ετυμολογικά
από το στερητικό α και το ρήμα αάω (α + αάω).
Στη νεοελληνική γλώσσα έχει την έννοια
αυτού που δεν μπορεί να βλαφτεί...ο άβλαπτος,
ο αλώβητος, ή και ο αχτύπητος ή ο απαραβίαστος..
Το ρήμα αάαω (=χτυπώ, βλάπτω) μελλ: αάσω αορ: άασα - Μεσ: αάομαι μελλ: αάσομαι αορ: αασάμην ή ασάμην παθ.μελ: αασθήσομαι παθ.αορ: αάσθην, είναι ελλιπές και δεν έχει παρακείμενο και υπερσυντέλικο. Το συναντάμε στην Οδύσσεια του Ομήρου Φ. 296
295 οίνος και Κένταυρον, αγακλυτόν Ευρυτίωνα
296 άασένί μεγάρω μεγαθύμου Πειθόριο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου